https://kelascanva.id/wp-content/uploads/2023/01/index.html

https://cotidianul.md/wp-content/uploads/2016/01/index.html

Επιστημονικές Έρευνες

Αντιμετωπίζοντας την εκφυλιστική γήρανση με μακροχρόνιες και διεξοδικές διατροφικές μελέτες

Ερευνητές του προγράμματος NU-AGE έχουν δημοσιεύσει 15 άρθρα σε ένα ειδικό τεύχος του περιοδικού Journal Mechanisms of Ageing and Development (Μηχανισμοί Γήρανσης και Ανάπτυξης), το οποίο συνοψίζει νέες μεθόδους αντιμετώπισης ενός απ’ τους βασικούς παράγοντες της γήρανσης του πληθυσμού – της φλεγμονής. Η διαδικασία αυτή διαδραματίζει καίριο ρόλο στις περισσότερες καταστάσεις ηλικιωμένων ατόμων που υποφέρουν από αδυναμία, απώλεια μυϊκής μάζας και άλλες αναπηρίες, οι οποίες οδηγούν σε περαιτέρω νόσους και τελικά το θάνατο. Αναπτυσσόμενη έρευνα δείχνει ότι η διαδικασία αυτή μπορεί να παγιωθεί ή ακόμη και να αναστραφεί με αλλαγές στον τρόπο ζωής και στη διατροφή.

Το πρόγραμμα NU-AGE, το οποίο χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αφορά την καταπολέμηση της διαδικασίας της χρόνιας φλεγμονής και επιδείνωσης της υγείας – εύστοχα ονομάστηκε «inflammaging» (φλεγμονώδης γήρανση). Το πρόγραμμα στοχεύει στη διατροφή, με τη σκέψη ότι η προσέγγιση της διατροφής στο σύνολό της θα λειτουργήσει πιο θετικά στην επίδραση της υγιούς γήρανσης, μέσω απλών παρεμβάσεων στα θρεπτικά συστατικά, οι οποίες θα συντελέσουν στη μείωση του κινδύνου φλεγμονώδους γήρανσης όσων πάσχουν από καρδιακή νόσο, διαβήτη και διαταραχές του εγκεφάλου.

Το παρακάτω αποτελεί μια περίληψη του ειδικού τεύχους. Τα δύο πρώτα άρθρα (Aurelia Santoro et al. & Agnes Berendsen et al.) περιγράφουν το εννοιολογικό πλαίσιο, τον σχεδιασμό και το σκεπτικό του προγράμματος της τυχαιοποιημένης αυτής μελέτης, σχετικά με τη προώθηση ενός μεσογειακού μοντέλου διατροφής σε 1.250 εθελοντές, 65-80 ετών για ένα χρόνο. Οι συμμετέχοντες αποτελούνταν από προ-ευπαθή (με προδιάθεση) και μη ευπαθή άτομα και χωρίστηκαν στην ομάδα διατροφής ή στην ομάδα ελέγχου, με ίσο αριθμό ανδρών και γυναικών. Η μελέτη εξετάζει τις διατροφικές επιλογές, τις σωματικές και γνωστικές παραμέτρους των συμμετεχόντων πριν και μετά από ενός έτους δίαιτα και λήγει τον Οκτώβριο του 2014.

Σύμφωνα με τους ερευνητές του προγράμματος NU-AGE, αυτή είναι η μεγαλύτερη μελέτη, αυτού του τύπου, διαιτητικής παρέμβασης. Η ιδέα είναι ότι μέσω της ολιστικής προσέγγισης, εκτιμάται ένα πλήθος δεδομένων και εξετάζεται ένα δίκτυο από ιστούς, όργανα, βιολογικά συστήματα, έναντι των μεμονωμένων αξιολογήσεων των ιστών και οργάνων, κάτι το οποίο θα παρέχει γνώσεις υψηλού επιπέδου.
Η μελέτη NU-AGE ερευνά επίσης το πώς η αφυδάτωση στους ηλικιωμένους μπορεί να οδηγήσει σε αναπηρία (Lee Hooper et al.), π.χ. κατάγματα και ασθένειες (όπως, λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος και εγκεφαλικά επεισόδια). Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία ένδειξη που να αιτιολογεί αυτή τη σχέση. Είναι ζωτικής σημασίας να ελεγχθεί κατά πόσον η αύξηση της πρόσληψης υγρών στους ηλικιωμένους επιφέρει βελτίωση της υγείας τους.

Σε ένα άρθρο (Susan J. Fairweather-Tait et al.) αξιολογούνται τα επίπεδα σιδήρου σε ηλικιωμένα άτομα και οι στρατηγικές πρόληψης ανεπάρκειας ή υπερφόρτωσης σιδήρου. Υπάρχουσες φλεγμονώδεις καταστάσεις, όπως, η παχυσαρκία και η συσχέτιση της ηλικίας με τις χρόνιες και εκφυλιστικές ασθένειες, επιδεινώνουν το πρόβλημα να μετρηθεί με ακρίβεια η κατάσταση του σιδήρου –  η βελτίωση της κατάστασης των «βιοδεικτών» του σιδήρου είναι αναγκαία. Επίσης, υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι ο μεταβολισμός του σιδήρου επηρεάζεται από τη γήρανση και οι ελλείψεις σιδήρου θα μπορούσαν να διορθωθούν μέσω της διατροφής ή συμπληρωμάτων σιδήρου. Οι ερευνητές επιθυμούν να αποδώσουν τις χρόνιες ασθένειες με μεγαλύτερη ακρίβεια, και να εντοπίσουν τυχόν αιτιότητα ή συσχέτιση μεταξύ της κατάστασης του σιδήρου και της άνοιας.

Μια εξατομικευμένη διατροφική προσέγγιση

Τα μικροθρεπτικά συστατικά όπως, ο ψευδάργυρος, ο χαλκός και το σελήνιο, παίζουν καίριο ρόλο σε μια σειρά από φυσιολογικές λειτουργίες και διατηρούν το ανοσοποιητικό και αντιοξειδωτικό σύστημα (Eugenio Mocchegiani et al.). Οι πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις μεταξύ ιχνοστοιχείων και γονιδίων θα μπορούσαν να βοηθήσουν στη κατανόηση του πώς να γίνετε καλύτερη χρήση των θρεπτικών συστατικών και των συμπληρωμάτων διατροφής στη κλινική πράξη. Απαιτούνται περαιτέρω γενετικές και διατροφικές μελέτες οι οποίες οφείλουν να ορίζουν με σαφήνεια τις επιπτώσεις αυτών των μικροθρεπτικών συστατικών.

Η στόχευση στο ανθρώπινο εντερικό μικροβίωμα (Sebastiano Collino et al.) αποτελεί αναδυόμενο τομέα της εξατομικευμένης διατροφής. Η προσέγγιση αυτή θα μπορούσε να βοηθήσει να προσδιοριστούν οι βασικοί μοριακοί μηχανισμοί που επηρεάζονται από τη διατροφή και τη φλεγμονώδη γήρανση, και να οδηγήσει σε ένα βασικό προφίλ υγείας, καθώς και σε διαγνωστικά μέσα για την αντιμετώπιση καταστάσεων, όπως, η φλεγμονώδης νόσος του εντέρου.

Τρία άρθρα περιλαμβάνουν την αλληλεπίδραση μεταξύ διατροφής και μικροχλωρίδας του εντέρου (Candela et al.), την επίδραση εξατομικευμένης διατροφής σε ηλικιωμένους, στη γνωστική εξασθένηση και τον εγκέφαλο και στο συσχετισμό του εντέρου, συμπεριλαμβανομένου του ήπατος και του παγκρέατος (Caracciolo et al.). Διατροφικές παρεμβάσεις, όπως, η χαμηλή πρόσληψη θερμίδων με διατροφικά συμπληρώματα μπορεί να επηρεάσει το γενετικό προφίλ κάποιων κυττάρων π.χ. Μεθυλίωση του DNA, του μικρο-RNA και των οργάνων (Bacalini et αϊ.). Η καλύτερη γνώση των γονιδιακών αλληλεπιδράσεων με τα θρεπτικά συστατικά και το περιβάλλον μπορεί να οδηγήσει σε προγενέστερες παρεμβάσεις κακής θρέψης των ατόμων (Yves Boirie et al.). Περισσότερες γενετικές πληροφορίες μπορεί να προσδιορίσουν τις επιπτώσεις, βάση των γενικών πολιτικών συστάσεων  για την υγεία, σε υπο-ομάδες ηλικιωμένων ατόμων υψηλού κινδύνου.

Σημαντικός φαίνεται να είναι ο ρόλος της επίδραση της διατροφής στη γήρανση του ανοσοποιητικού, η οποία είναι η λειτουργική έκπτωση του ανοσοποιητικού συστήματος (Maijo «et al.), και οι αλλαγές που συμβαίνουν στο λιπώδη ιστό κατά τη γήρανση (Zamboni et al.) – και οι δύο καταστάσεις θεωρούνται σημαντικές πηγές φλεγμονής. Διατροφικές παρεμβάσεις έχουν δείξει κάποια ενθαρρυντικά αποτελέσματα στη στόχευση κάποιων διαταραχών της γήρανσης του ανοσοποιητικού συστήματος. Παρεμβάσεις συνδυασμένες με συνολική διαιτητική προσέγγιση θα μπορούσε να είναι πιο ευεργετικές.

Είναι κοινώς γνωστό ότι η σωματική άσκηση μπορεί να ωφελήσει την υγεία και την σχετιζόμενη με την ηλικία πτώση. Μία μελέτη (van de Rest et al.) με ασκήσεις αντίστασης, χρησιμοποιώντας διάφορες τεχνικές του σώματος και μηχανήματα γυμναστικής, με ή χωρίς συμπληρώματα πρωτεϊνών, είχε αναλάβει να δείξει την επίδραση της σωματικής άσκησης στις νοητικές λειτουργίες ευπαθών και με προδιάθεση ευπάθειας ηλικιωμένων ατόμων. Μετά από 24 εβδομάδες προπόνηση σημειώθηκε βελτίωση των συμμετεχόντων στην ταχύτητα επεξεργασίας των πληροφοριών, στη προσοχή και στη μνήμη.

Ωστόσο, ο προσδιορισμός της σωστότερης διατροφής, με στόχο την υγιούς γήρανση, είναι δύσκολος και θα μπορούσε να βοηθηθεί από μια βάση δεδομένων που να περιέχει όλα τα σχετικά βιολογικά και κλινικά δεδομένα των ασθενών. Μια προσεγγιστική μαθηματική μοντελοποίηση (Calçada et al.) των εν λόγω πληροφοριών μπορεί να βοηθήσει στην ανάπτυξη κατάλληλων διατροφικών παρεμβάσεων.

Τέλος, πέρα από την Ευρώπη, στην Ιαπωνία, η παραδοσιακή διατροφή της Οκινάουα αντιπροσωπεύει έναν συνδυασμό τροφίμων που είναι από τους πιο υγιεινούς στον κόσμο και συγκρίσιμος με την παραδοσιακή Μεσογειακή διατροφή (Willcox et al.) Ηλικιωμένα άτομα της Οκινάουα που καταναλώνουν αυτή τη δίαιτα έχουν χαμηλότερα ποσοστά καρδιαγγειακών παθήσεων, ορισμένων μορφών καρκίνου και διαβήτη. Οι ερευνητές του προγράμματος NU-AGE επισημαίνουν ότι όλοι μοιράζονται μια κοινή αποστολή η οποία έγκειται στην εκπαίδευση του κοινού σχετικά με την υγεία, την οικογένεια και τα κοινωνικά οφέλη της παραδοσιακής διατροφής.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Δίαιτες Χαμηλών Υδατανθράκων

Οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων έχουν γίνει πολύ δημοφιλείς στον  γενικό πληθυσμό. Αυτές οι δίαιτες έχουν χρησιμοποιηθεί για την απώλεια σωματικού βάρους και τη βελτίωση διαφόρων παθολογικών καταστάσεων όπως ο διαβήτης, η μη αλκοολική λιπώδης διήθηση, το σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, η ναρκοληψία, η επιληψία κ.α.. Οι έρευνες δείχνουν ότι η μείωση του σωματικού βάρους και ο γλυκαιμικός έλεγχος μπορούν να επιτευχθούν κατά τη διάρκεια μίας τέτοια δίαιτας. Ωστόσο, τα πλεονεκτήματα αυτά έχουν βρεθεί από την κατανάλωση διάτας χαμηλών υδατανθράκων για σύντομο χρονικό διάστημα. Πράγματι,  η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητα αυτών σε βάθος χρόνου δεν έχει μελετηθεί επαρκώς. Σε αντίθεση με ό,τι έχει προταθεί, οι άλλες προαναφερθείσες παθολογίες όχι μόνο δεν παρουσίασαν βελτίωση αλλά μπορεί και να επιδεινώθηκαν από  τον περιορισμό των υδατανθράκων. Ως εκ τούτου, ο στόχος αυτής της ανασκόπησης είναι να οριστεί η έννοια τους και να εξηγηθούν τα κλινικά τους αποτελέσματα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, η επιρροή τους στο μεταβολισμό, και τη γνωμοδότηση των διατροφικών ή υγειονομικών αρχών. Τέλος, τα κενά που υπάρχουν στην έρευνα που γίνεται πάνω στις δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων που καταδεικνύονται  εδώ, θα επιτρέψει αργότερα να φτάσουμε σε μια ομοφωνία όσον αφορά την χρησιμοποίησή τους.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Ο χυμός ξινού κερασιού μπορεί να βοηθήσει τους πάσχοντες από αϋπνία

Μελέτη που παρουσιάστηκε στο συνέδριο Πειραματικής Βιολογίας το 2014 δείχνει, ότι η κατανάλωση χυμού από ξινά κεράσια το πρωί και το βράδυ, μπορεί να σας βοηθήσει να κοιμηθείτε καλύτερα τη νύχτα. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Louisiana διαπίστωσαν ότι η κατανάλωση του χυμού των Montmorency κερασιών (ποικιλία ξινών κερασιών που πήρε το όνομά της από κοιλάδα της Γαλλίας), δύο φορές την ημέρα για δύο εβδομάδες, συνέβαλε στην αύξηση του χρόνου του ύπνου των ηλικιωμένων που πάσχουν από αϋπνία.

Για τη τυχαιοποιημένη διασταυρούμενη κλινική μελέτη, επτά ηλικιωμένοι (μέσος όρος ηλικίας 68 ετών) πάσχοντες από αϋπνία, κατανάλωναν 227ml χυμού ξινών κερασιών δύο φορές την ημέρα για δύο εβδομάδες, ακολούθησε περίοδος αποχής δύο εβδομάδων, στη συνέχεια για άλλες δύο εβδομάδες ένα άλλο ρόφημα καταναλώθηκε (εικονικό φάρμακο – placebo). Οι ερευνητές μελέτησαν τον ύπνο των συμμετεχόντων σε ένα ελεγχόμενο περιβάλλον κατά τη διάρκεια της νύχτας, χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της πολυυπνογραφίας για την αξιολόγηση της αποδοτικότητας του ύπνου, όπως, της έναρξης του ύπνου και της διάρκειάς του. Οι συμμετέχοντες συμπλήρωσαν, επίσης, ερωτηματολόγια που σχετίζονταν με τον ύπνο, τη κόπωση, τη κατάθλιψη και το άγχος. Επιπλέον, διενεργήθηκαν αιματολογικές εξετάσεις σε κάθε συμμετέχοντα.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι εκείνοι που έπιναν το χυμό των ξινών κερασιών Montmorency το πρωί και το βράδυ ήταν σε θέση να κοιμούνται κατά μία ώρα περισσότερο κάθε νύχτα (μέσος όρος 84 λεπτά), σε σύγκριση με εκείνους που έπιναν το εικονικό φάρμακο, και ο ύπνος τους έτεινε να είναι πιο αποδοτικός.

Τα ξινά κεράσια Montmorency, είναι μια φυσική πηγή μελατονίνης, μιας ορμόνης που βοηθά στη ρύθμιση του κύκλου ύπνου-εγρήγορσης. Οι ερευνητές πιστεύουν ότι οι κόκκινες χρωστικές ουσίες του χυμού των ξινών κερασιών, γνωστές ως προανθοκυανιδίνες, παίζουν επίσης ρόλο. Αυτές οι φυσικές πολυφαινολικές ενώσεις βρίσκονται σε αφθονία στα ξινά κεράσια Montmorency. Στη μελέτη, ο χυμός των ξινών κερασιών βοήθησε να αυξηθεί η διαθεσιμότητα της τρυπτοφάνης, ένα απαραίτητο αμινοξύ και πρόδρομος ουσία της σεροτονίνης, η οποία βοηθά στον ύπνο. Ο χυμός έδειξε στα κύτταρα την αναστολή ενός ενζύμου (ινδολοαμίνη 2,3-διοξυγενάση) που προκαλεί την αποδόμηση της τρυπτοφάνης. Η αποδόμηση της τρυπτοφάνης αποτελεί γνωστό προγνωστικό δείκτη αϋπνίας και επίσης σχετίζεται με παρουσία φλεγμονής.

Οι ερευνητές πιστεύουν ότι ο μοναδικός συνδυασμός της μελατονίνης και της τρυπτοφάνης που περιέχουν τα ξινά κεράσια Montmorency είναι πιθανό να συμβάλλει με τα οφέλη του ύπνου. Κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πίνοντας ένα ποτήρι χυμό ξινού κερασιού πρωί και βράδυ μπορεί να αποτελεί καλύτερο και ασφαλέστερο τρόπο θεραπείας της αϋπνίας.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Χαμηλών υδατανθράκων χορτοφαγική δίαιτα μπορεί να μειώσει τη χοληστερόλη

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο BMJ Open, δείχνει ότι μια δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων με βάση τρόφιμα φυτικής προέλευσης, μπορεί να συμβάλλει στη μείωση του βάρους και στη μείωση της LDL χοληστερόλης. Στη μελέτη, η κατανάλωση μιας χαμηλής σε υδατάνθρακες χορτοφαγικής διατροφής, που περιέχει αυξημένες ποσότητες πρωτεϊνών και λίπους, από γλουτένη και προϊόντα σόγιας, ξηρούς καρπούς και λαχανικά, οδήγησε σε μεγαλύτερη απώλεια βάρους και χαμηλότερες συγκεντρώσεις LDL χοληστερόλης, σε σύγκριση με μια υψηλών υδατανθράκων, χαμηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά δίαιτα.

Η εξάμηνη μελέτη αξιολόγησε 39 ενηλίκους συμμετέχοντες (19 ελέγχου και 20 δοκιμών) και διεξήχθη σε ένα Καναδικό πανεπιστήμιο – με τη συμμετοχή του νοσοκομειακού ερευνητικού κέντρου διατροφής, από τον Απρίλιο του 2005 έως το Νοέμβριο του 2006. Όλοι οι συμμετέχοντες είχαν οριακά υψηλά επίπεδα LDL χοληστερόλης (> 3.4 mmol / L κατά τη διάγνωση) και δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ) >27. Πριν από την έναρξη, και για όσο διήρκησε η μελέτη, οι συμμετέχοντες που είχαν ήδη λάβει φάρμακα μείωσης των λιπιδίων διέκοψαν τη χρήση τους.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν χαμηλών υδατανθράκων χορτοφαγική διατροφή είχαν μεγαλύτερη απώλεια βάρους, σε σύγκριση με εκείνους που κατανάλωναν χορτοφαγική διατροφή υψηλών υδατανθράκων, που συμπεριελάμβανε γαλακτοκομικά και προϊόντα αυγών (7% έναντι 6% μείωση του βάρους, αντίστοιχα). Επιπλέον, οι συμμετέχοντες που ακολούθησαν χαμηλών υδατανθράκων διατροφή πέτυχαν μείωση των συγκεντρώσεων LDL χοληστερόλης (9%), της «κακής» χοληστερόλης που μπορεί να προκαλέσει συσσώρευση θρόμβων στις αρτηρίες και να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο καρδιακής προσβολής. Επιπλέον, παρατηρήθηκε μείωση των τριγλυκεριδίων (-0.34 mmol / L) και της ολικής χοληστερόλης (-0.62 mmol / L) σε εκείνους που ακολουθούσαν διατροφή χαμηλή σε υδατάνθρακες. Δε παρατηρήθηκε καμία διαφορά στα επίπεδα λιποπρωτεΐνης υψηλής πυκνότητας.

«Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι μια χαμηλή σε υδατάνθρακες δίαιτα, απώλειας βάρους, με φυτικές πηγές πρωτεΐνης, όπως η γλουτένη, η σόγια, οι ξηροί καρποί, τελικά, οδηγεί σε μεγαλύτερα καρδιαγγειακά οφέλη, κάτι που δεν έχει αποδειχθεί με δίαιτα χαμηλών υδατανθράκων μόνο», δήλωσε ο Ratna Mukherjea, ένας απ’ τους συγγραφείς της μελέτης και Αναπληρωτής Διευθυντής Παγκόσμιας Διατροφής στην εταιρεία  DuPont στον τομέα Διατροφής και Υγείας. «Πολλά γνωστά προγράμματα απώλειας βάρους εστιάζουν στον περιορισμό της πρόσληψης υδατανθράκων και ενώ αυτό μπορεί να είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος απώλειας βάρους, η αντικατάσταση της θερμιδικής πρόσληψης με πρωτεΐνες από ζωικά προϊόντα, που συχνά είναι πλούσια σε κορεσμένα λίπη, δεν αποτελεί ιδανική μακροπρόθεσμη λύση για τους ανθρώπους που έχουν ήδη υψηλά επίπεδα χοληστερόλης».

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Δίαιτα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of the National Cancer Institute, δείχνει ότι η κατανάλωση μιας διατροφής υψηλής σε λιπαρά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο τριών συνηθισμένων τύπων καρκίνου του μαστού. Σε μια μεγάλη Ευρωπαϊκή μελέτη, που αξιολογήθηκαν 337.327 γυναίκες σε 10 χώρες για πάνω από 11 χρόνια, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι γυναίκες που κατανάλωναν περισσότερα κορεσμένα λίπη είχαν περίπου 30% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού σε σχέση με εκείνες που κατανάλωναν λιγότερα κορεσμένα λιπαρά.
Στη μελέτη, οι γυναίκες απάντησαν σε ερωτήσεις σχετικά με τη πρόσληψη λίπους και με άλλες συνήθειές τους που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τον κίνδυνο για καρκίνο του μαστού, όπως, το κάπνισμα, το ιστορικό εγκυμοσύνης, και ο δείκτης μάζας σώματος. Για να μειώσουν το σφάλμα των μετρήσεων στα διατροφικά ερωτηματολόγια, οι ερευνητές πήραν συνέντευξη από ένα τυχαίο δείγμα, της τάξεως του 8% των γυναικών, ζητώντας τους μια 24 -ωρη διαιτητική ανάκληση. Μετά από μια μέση παρακολούθηση 11,5 χρόνων, 10.062 γυναίκες διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού.

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η υψηλή πρόσληψη συνολικού λίπους και κορεσμένου λίπους στη δίαιτα, συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού, από υποτύπους, γνωστούς ως, θετικοί υποδοχείς οιστρογόνων (ER – θετικό) και θετικοί υποδοχείς προγεστερόνης ( PR- θετικό). Δίαιτες υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά, ήταν επίσης συνδεδεμένες με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης του υπο-τυπου ο οποίο σχετίζεται με μειωμένη παρουσία της πρωτεΐνης HER2 .

Οι γυναίκες της μίας ομάδας κατανάλωναν κατά μέσο όρο περισσότερο κορεσμένο λίπος (48 gr/ημέρα), σε σύγκριση με την άλλη ομάδα που κατανάλωνε λιγότερο (15 gr/ημέρα).

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Η μεσογειακή διατροφή μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξη του διαβήτη τύπου 2

Μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Diabetes Care δείχνει ότι σε ανθρώπους στους οποίους διαγνώσθηκε πρόσφατα σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, μια μεσογειακή διατροφή με έμφαση στα λαχανικά, στα ψάρια και στα δημητριακά ολικής άλεσης, μπορεί να επιβραδύνει την εξέλιξη της νόσου περισσότερο από ότι ο  περιορισμός του λίπους.

Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη δοκιμή σε 215 συμμετέχοντες, οι οποίοι διαγνώστηκαν με διαβήτη τύπου 2. Στη συνέχεια τους χώρισαν σε δύο ομάδες. Στους 108 συμμετέχοντες της μίας ομάδας είπαν να ακολουθήσουν μια Μεσογειακή διατροφή και στους 107 της άλλης ομάδας είπαν να ακολουθήσουν μια διατροφή χαμηλή σε λιπαρά.

Και οι δύο δίαιτες έχουν σχεδιαστεί για να βοηθήσουν στη πρόληψη της επιδείνωσης του διαβήτη τύπου 2 και για να κρατήσουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα υπό έλεγχο, χωρίς φαρμακευτική αγωγή για όσο το δυνατόν περισσότερο. Και στις δύο δίαιτες, οι γυναίκες είχαν ως στόχο την ημερήσια  κατανάλωση 1.500 θερμίδων και οι άνδρες την κατανάλωση 1.800 θερμίδων ανά ημέρα. Μηνιαίες συνεδρίες με διαιτολόγους τους βοήθησαν ώστε λιγότερο απ’ το ήμισυ των θερμίδων που κατανάλωναν να προέρχεται από υδατάνθρακες και τουλάχιστον 30% των θερμίδων να προέρχεται από λίπος, κυρίως από ελαιόλαδο. Η δίαιτα χαμηλής περιεκτικότητας σε λίπος  περιορίζει τα λιπαρά ή τα γλυκά σνακ, περιορίζοντας τα λίπη σε λιγότερο από το 30% της ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης.

Οι ερευνητές παρακολούθησαν τους συμμετέχοντες για περισσότερο από οκτώ χρόνια και διαπίστωσαν ότι εκείνοι που ακολουθούν μια Μεσογειακή δίαιτα δε χρειάστηκαν φάρμακο για το διαβήτη για μεγαλύτερο διάστημα, καθώς και ότι, σε αρκετούς από αυτούς ο διαβήτης βρισκόταν σε ύφεση, σε σύγκριση με εκείνους που ακολουθούν μια διατροφή χαμηλή σε λιπαρά. Η “υποχώρηση” του διαβήτη, κατά την οποία τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα φαίνονται υγιή, χωρίς σημάδια από διαβήτη, ήταν σπάνια συνολικά, αλλά ελαφρώς πιο συχνά στην ομάδα που κατανάλωνε τη Μεσογειακή δίαιτα.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Τα βιολογικά τρόφιμα δεν συνδέονται με τη μείωση του συνολικού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου

Mελέτη που δημοσιεύθηκε στο British Journal of Cancer δείχνει ότι οι γυναίκες που πάντα ή ως επί το πλείστον καταναλώνουν βιολογικά τρόφιμα δεν παρουσιάζουν λιγότερες πιθανότητες να αναπτύξουν καρκίνο σε σχέση με τις γυναίκες που ακολουθούν μία πιο συμβατική διατροφή.

Οι ερευνητές ρώτησαν 623.080 γυναίκες ηλικίας 50 ετών και άνω, που ήταν μέρος του ενός εκατομμυρίου γυναικών της μελέτης, για το αν κατανάλωναν βιολογικά τρόφιμα, και παρακολουθούνταν για την ανάπτυξη 16 από τις πιο κοινές μορφές καρκίνου σε μια περίοδο εννέα ετών μετά την έρευνα. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, 53.769 γυναίκες ανέπτυξαν καρκίνο.

Η ανάλυση των επιστημόνων δε βρήκε καμία διαφορά στο συνολικό κίνδυνο καρκίνου όταν σύγκρινε 180.000 γυναίκες που ανέφεραν ότι ποτέ δε κατανάλωσαν βιολογικά τρόφιμα, με περίπου 45.000 γυναίκες που ανέφεραν ότι συνήθως ή πάντα καταναλώνουν βιολογικά τρόφιμα. Όταν κοιτάξανε τα αποτελέσματα για 16 διαφορετικούς τύπους καρκίνου βρήκαν μια μικρή αύξηση του κινδύνου για καρκίνο του μαστού, αλλά μια μείωση του κινδύνου για Hodgkin λέμφωμα σε γυναίκες που έτρωγαν κυρίως βιολογικά τρόφιμα, αν και τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν εν μέρει να οφείλονται στη τύχη και σε άλλους παράγοντες.

“Σε αυτή τη μεγάλη μελέτη μεσήλικων γυναικών στο Ηνωμένο Βασίλειο, δε βρέθηκε καμία απόδειξη ότι ο κίνδυνος εμφάνισης καρκίνου σε μια γυναίκα μειώθηκε με τη κατανάλωση βιολογικών τροφίμων. Απαιτείται περαιτέρω έρευνα για την επιβεβαίωση των ευρημάτων μας όσον αφορά την πιθανή μείωση του κινδύνου για Hodgkin λέμφωμα “, είπε ο καθηγητής Tim Key, επιδημιολόγος ερευνητής καρκίνου στο Ηνωμένο Βασίλειο με έδρα το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Φακές & όσπρια μπορούν να μειώσουν τη χοληστερόλη

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Canadian Medical Association Journal δείχνει ότι η κατανάλωση διαιτητικών οσπρίων – φασόλια, ρεβίθια, φακές, αρακάς, μπορεί να μειώσει την LDL ή ” κακή” χοληστερόλη. Οι ερευνητές πραγματοποίησαν μια συστηματική ανασκόπηση και μετα – ανάλυση 26 τυχαιοποιημένων ελεγχόμενων δοκιμών για να εκτιμηθεί η επίδραση της διαιτητικής πρόσληψης σε όσπρια για την εγκαθίδρυση θεραπευτικών λιπιδικών στόχων με στόχο τη μείωση του καρδιαγγειακού κινδύνου

Οι ερευνητές βρήκαν ότι η κατανάλωση μιας μέτριας δοσολογίας 130 g / ημέρα σε όσπρια οδηγεί σε μείωση της LDL χοληστερόλης 0.17 mmol / L (ισοδύναμη με μια μείωση περίπου 5 % της αρχικής τιμής). Η μέση πρόσληψη φυτικών ινών ήταν 20 g / ημέρα στις δίαιτες ελέγχου και 26 g / ημέρα, στις παρεμβατικές δίαιτες. Τα φασόλια ήταν ο πιο κοινός τύπος των διατροφικών οσπρίων που χρησιμοποιήθηκαν στις δίαιτες παρέμβασης ( περίπου 14 δοκιμές ). Τα μπιζέλια χρησιμοποιήθηκαν σε δύο δοκιμές , τα ρεβίθια σε δύο δοκιμές, οι φακές σε μία δοκιμή , και τα μικτά όσπρια σε οκτώ δοκιμές. Δεν υπήρξε σημαντική επίδραση της διαιτητικής πρόσληψης των οσπρίων στην απολιποπρωτεΐνη Β, ούτε στην HDL χοληστερόλη. Οι περισσότερες από τις μελέτες ανέφεραν ότι τα γαστρεντερικά συμπτώματα βελτιώθηκαν κατά τη διάρκεια της διατροφικής παρέμβασης.

Οι ερευνητές σημειώνουν ότι η πρόσληψη 130 g / ημέρα ( περίπου 1 μερίδα ) μπορεί να αποδειχθεί δύσκολη σε ορισμένες δυτικές χώρες, δεδομένου ότι το σύνηθες μέσο επίπεδο πρόσληψης στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι 0,2 μερίδες ημερησίως. Στον Καναδά, μόνο το 13% καταναλώνουν διαιτητικά όσπρια σε μια δεδομένη ημέρα, με μέση κατανάλωση μόλις 0,5 μερίδες ημερησίως.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Τα βρώσιμα άνθη μπορούν να αναστείλουν χρόνιες παθήσεις.

Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε στο Journal of Food Science δείχνει ότι τα συνηθισμένα στην Κίνα βρώσιμα άνθη είναι πλούσια σε φαινολικά και έχουν εξαιρετική αντιοξειδωτική ικανότητα. Τα βρώσιμα άνθη, τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί στη μαγειρική τέχνη στην Κίνα για αιώνες, λαμβάνουν επιπλέον ενδιαφέρον. Τα άνθη μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως βασικό συστατικό σε μια συνταγή, να παρέχουν καρύκευμα σε ένα πιάτο, ή απλά να χρησιμοποιηθούν ως γαρνιτούρα. Μερικά από αυτά τα άνθη περιέχουν φαινολικά τα οποία έχουν συσχετιστεί με αντι -φλεγμονώδη δράση και μειωμένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου, καθώς και ορισμένων μορφών καρκίνου.

Οι ερευνητές, μελέτησαν τις ελεύθερες και δεσμευμένες φαινολικές ενώσεις σε 10 συνήθη Κινέζικα βρώσιμα άνθη χρησιμοποιώντας την αντίστροφης φάσης, υψηλής απόδοσης, υγρής χρωματογραφίας. Βρήκαν ότι τόσο το είδος Paeonia suffruticosa όσο και το είδος Flos lonicerae παρουσίασαν την υψηλότερη συνολική περιεκτικότητα σε φαινολικά και σε φλαβονοειδή. Οι κύριες φαινολικές ενώσεις που εντοπίστηκαν ήταν το γαλλικό οξύ, το χλωρογενικό οξύ, και η ρουτίνη.

Τα ευρήματα αυτής της μελέτης δείχνουν ότι τα  συνήθη βρώσιμα άνθη έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν ως πρόσθετα σε τρόφιμα για τη πρόληψη χρόνιων ασθενειών, να βοηθήσουν στη προαγωγή της υγείας, και στη πρόληψη της οξείδωσης των τροφίμων. Ωστόσο, οι αντιοξειδωτικοί μηχανισμοί, αντι-καρκινικής, αντι- φλεγμονώδης, και αντι- γηραντικής δράσης από το εκχύλισμα των βρώσιμων ανθών θα πρέπει να μελετηθεί περαιτέρω έως ότου αναπτυχθούν περισσότερες εφαρμογές ως φυσικά αντιοξειδωτικά.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Η δράση των κροκινών, παραγώγων του Crocus Sativus L., σε προκλινικά πρότυπα ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και σχιζοφρένειας

Ν. ΠΙΤΣΙΚΑΣ
Εργαστήριο Φαρμακολγίας
Τμήμα Ιατρικής
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας

Ο κρόκος ο ήμερος ( Crocus Sativus L.) είναι ένα σπάνιο φυτό, γνωστό από την αρχαιότητα, που καλλιεργείται σε χώρες της Μεσογείου και της Κεντρικής Ασίας. Τα αποξηραμένα κόκκινα στίγματα του άνθους του αποτελούν τη δρόγη και περιέχουν σημαντικές ποσότητες υδατοδιαλυτών καροτενοειδών, που λέγονται κροκίνες. Οι κροκίνες είναι γλυκοζίτες της κροκετίνης και θεωρούνται υπεύθυνες για τις πλούσιες φαρμακευτικές ιδιότητες του φυτού.

Διάφορες μελέτες έχουν τεκμηριώσει τις χημειοπροστατευτικές, αντικαρκινικές, αντιοξειδωτικές, αντιφλεγμονώδεις και καρδιοπροστατευτικές ιδιότητες των κροκινών. Όσον αφορά στο κεντρικό νευρικό σύστημα υπάρχουν προκλινικές ενδείξεις ότι οι κροκίνες εμπλέκονται σε διαδικασίες μάθησης και μνήμης, παρουσιάζουν αναλγητική και αντιεπιληπτική δράση, ενώ πρόσφατες έρευνες πρότειναν αγχολυτική και αντικαταθλιπτική δράση αυτών.

Καθώς παραμένει άγνωστο αν η δρόγη αυτή παρεμβαίνει και σε άλλες παθοφυσιολογικές οδούς του νευρικού συστήματος, στόχος της παρούσας διατριβής είναι η διερεύνηση πιθανής ευεργετικής δράσης των κροκινών σε πειραματικά πρότυπα ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και σχιζοφρένειας.

Για την μελέτη της πιθανής επίδρασης των κροκινών στην ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή χρησιμοποιήσαμε έναν σεροτονινεργικό αγωνιστή (m-CPP), επάγει υπερβολικό αυτοκαθαρισμό στους επίμυες. Ο τελευταίος θεωρείται ανάλογο προκλινικό πρότυπο της ιδεοψυχαναγκαστικής συμπτωματολογίας. Η επεξεργασία των αποτελεσμάτων κατέληξε στο συμπέρασμα πως οι κροκίνες ανταγωνίστηκαν τη δράση του m-CPP και συνεπώς ελάττωσαν τον αριθμό των επεισοδίων καθώς και τον χρόνο αυτοκαθαρισμού στους επίμυες.

Τέλος για να διερευνήσουμε την αποτελεσματικότητα των κροκινών σε πειραματικά πρότυπα σχιζοφρένειας χρησιμοποιήσαμε την κεταμίνη, έναν μη συναγωνιστικό ανταγωνιστή του NMDA υποδοχέα, ο οποίος επάγει ένα ψυχωσεομιμητικό σύνδρομο που χαρακτηρίζεται από υπερκινητικότητα, αταξία, στερεοτυπίες, κοινωνική απόσυρση και ελλείμματα μνήμης. Για να αξιολογήσουμε τη δράση των κροκινών σε όλο το φάσμα των συμπτωμάτων επιλέχθηκαν τρεις συμπεριφορικές τεχνικές: μια δοκιμασία ανοικτού πεδίου για τις κινητικές διαταραχές, που θεωρούνται πρότυπα θετικών συμπτωμάτων της νόσου, τη δοκιμασία κοινωνικής αλληλεπίδρασης για την αξιολόγηση της κοινωνικής απόσυρσης, που θεωρείται ανάλογο αρνητικών συμπτωμάτων της νόσου και τη δοκιμασία αναγνώρισης νέου αντικειμένου για την εκτίμηση των μνημονικών διαταραχών, που αντιστοιχούν στα γνωσιακά ελλείμματα των πασχόντων. Η χορήγηση κροκινών ελάττωσε τις κινητικές διαταραχές και ανταγωνίστηκε την κοινωνική απόσυρση, καθώς και τα μνημονικά ελλείμματα που προκάλεσε η κεταμίνη.

Συμπερασματικά τα παρόντα αποτελέσματα τεκμηριώνουν μία σημαντική αποτελεσματικότητα των παραγώγων αυτών του Crocus Sativus L., σε προκλινικά πειραματικά πρότυπα ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και σχιζοφρένειας.

Δείτε τα άρθρα:

Crocus sativus L. extracts antagonize memory impairments in different behavioural tasks in the rat

Effects of the active constituents of Crocus sativus L., crocins on recognition and spatial rats’ memory

Effects of the active constituents of Crocus sativus L., crocins, in an animal model of anxiety

Η κατανάλωση ωμέγα-3 λιπαρών οξέων μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο για διαβήτη

Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Diabetes Care δείχνει ότι οι άνδρες που καταναλώνουν τουλάχιστον 5 γρ. ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων την ημέρα μπορεί να έχουν μειωμένο κίνδυνο ανάπτυξης διαβήτη τύπου 2 απ’ότι οι άνδρες που κατανάλωναν μικρότερες ποσότητες.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία από 2.212 άνδρες στη μελέτη Kuopio Ischaemic Heart Disease Risk Factor. Αυτοί οι άνδρες, ηλικίας 42 – 60, δεν είχαν διαβήτη τύπου 2 κατά την έναρξη της μελέτης μεταξύ 1984 και 1989. Οι ερευνητές μελέτησαν την πρόσληψη των τεσσάρων τύπων των ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων. Τα επίπεδα του ορού των πολυακόρεστων λιπαρών οξέων μετρήθηκαν από δείγματα αίματος για να προσδιορίσουν τα επίπεδα έκθεσης στα επίπεδα των πολυακόρεστων λιπαρών οξέων.

Στους συμμετέχοντες δόθηκαν οδηγίες να καταγράψουν τι κατανάλωναν για τέσσερις ημέρες και τα αρχεία τους έτρεξαν μέσω ενός λογισμικού προγράμματος διατροφής για να καθορίσουν τα παρόντα θρεπτικά συστατικά στα τρόφιμα που κατανάλωναν. Χωρίστηκαν σε τέσσερις ομάδες ανάλογα με την ποσότητα των ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων που κατανάλωναν κυμαίνοντας από το χαμηλότερο (λιγότερο από 3,62 γρ./ημέρα) στο υψηλότερο (περισσότερο από 5,33 γρ./ημέρα).

Η κατάσταση του διαβήτη τύπου 2 προσδιορίστηκε μέσω ενός συνδυασμού της αυτο-έκθεσης, μια δοκιμασία της γλυκόζης πλάσματος νηστείας (μετρά τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα) και μια δια του στόματος δοκιμασία ανοχής στη γλυκόζη σε 4, 11 και 20 χρόνια μετά την έναρξη της μελέτης.

Οι ερευνητές συνυπολόγισαν διάφορους παράγοντες που θα μπορούσαν να έχουν επηρεάσει την ανάπτυξη του διαβήτη τύπου 2, συμπεριλαμβανομένου του ιατρικού ιστορικού, τη χρήση φαρμακευτικής αγωγής, το οικογενειακό ιστορικό του διαβήτη, την κατάσταση του καπνίσματος, την κατανάλωση αλκοόλ, την αρτηριακή πίεση, το δείκτη μάζας σώματος, την εκπαίδευση και το ετήσιο εισόδημα. Διαπίστωσαν ότι κατά τη διάρκεια της περιόδου συνεχούς παρακολούθησης, περίπου το 19% των ανδρών ανέπτυξε διαβήτη τύπου 2.

Οι συμμετέχοντες που κατανάλωναν περισσότερο από 5,3 γρ./ημέρα τρεις από τους τύπους των ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων – εικοσιπεντανοϊκό οξύ (EPA), δοκοσαπεντανοϊκό οξύ (DPA) και δοκοσαεξανοϊκό οξύ (DHA) – είχαν 33% μειωμένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2 απ’ότι οι άνδρες που κατανάλωναν λιγότερο από 3,62 γρ./ημέρα.
Ο τέταρτος τύπος των ω-3 πολυακόρεστων λιπαρών οξέων – άλφα-λινολενικό οξύ (ALA) – δεν βρέθηκε να σχετίζεται με τον κίνδυνο για διαβήτη.

Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα φαίνεται να συνδέονται με ένα μειωμένο κίνδυνο διαβήτη τύπου 2, αλλά η έρευνα είναι απαραίτητη σε περισσότερους διαφορετικούς πληθυσμούς για να επιβεβαιώσει αυτό το εύρημα.

Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Η χορτοφαγική διατροφή μπορεί να βοηθήσει στην μείωση της αρτηριακής πίεσης

Μετα-ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο JAMA Internal Medicine δείχνει ότι οι άνθρωποι που ακολουθούν μια χορτοφαγική διατροφή μπορεί να έχουν χαμηλότερη αρτηριακή πίεση από τους μη χορτοφάγους. Οι χορτοφαγικές δίαιτες αποκλείουν το κρέας, αλλά μπορεί να περιλαμβάνουν γαλακτοκομικά προϊόντα, αυγά και ψάρια, σε ορισμένες περιπτώσεις .

Η μετα-ανάλυση συνδυάζει αποτελέσματα από 39 προηγούμενες μελέτες, συμπεριλαμβάνοντας 32 περιγραφικές μελέτες και 7 ελεγχόμενες δοκιμές. Το σύνολο των μελετών περιελάμβανε 21.604 άτομα. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι στις περιγραφικές μελέτες, οι άνθρωποι που ακολουθούσαν μια χορτοφαγική διατροφή είχαν κατά μέσο όρο συστολική αρτηριακή πίεση 7 mm Hg περίπου χαμηλότερη από ό,τι οι κρεατοφάγοι και διαστολική αρτηριακή πίεση, 5 mm Hg χαμηλότερη .

Οι συμμετέχοντες στις κλινικές δοκιμές στους οποίους δόθηκε χορτοφαγική διατροφή είχαν, κατά μέσο όρο, συστολική αρτηριακή πίεση που ήταν 5 mm Hg χαμηλότερη και διαστολική αρτηριακή πίεση 2 mm Hg χαμηλότερη από ό,τι οι συμμετέχοντες στις ομάδες ελέγχου που δεν ακολουθούσαν χορτοφαγικές δίαιτες .

Σύμφωνα με τους ερευνητές , μια διατροφή βασισμένη σε φυτικά τρόφιμα έχει συνήθως χαμηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και υψηλή σε φυτικές ίνες , έτσι ώστε να βοηθά τους ανθρώπους να χάσουν βάρος, το οποίο, με τη σειρά του, προκαλεί υγιή πτώση της αρτηριακής πίεσης. Επιπλέον, τα φυτικά τρόφιμα είναι συχνά χαμηλά σε νάτριο και πλούσια σε κάλιο, το οποίο μειώνει την αρτηριακή πίεση.

 Διαβαστε εδώ την πρωτότυπη έρευνα

Το ιχθυέλαιο μπορεί να συμβάλλει στην διατήρηση των κυττάρων του εγκεφάλου

Μελέτη που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Neurology δείχνει ότι οι άνθρωποι με υψηλότερα επίπεδα ω-3 λιπαρών οξέων, τα οποία βρίσκονται στο ιχθυέλαιο, μπορεί να έχουν επίσης μεγαλύτερο όγκο εγκεφάλου. Η συρρίκνωση του όγκου του εγκεφάλου είναι ένα σημάδι της νόσου του Alzheimer, καθώς και της φυσιολογικής γήρανσης .

Εξετάστηκαν τα επίπεδα των ω-3 λιπαρών οξέων EPA και DHA  στα ερυθρά αιμοσφαίρια 1.111 γυναικών που ήταν μέρος της Women’s Health Initiative Memory Study. Οκτώ χρόνια αργότερα , όταν οι γυναίκες ήταν κατά μέσο όρο στην ηλικία των 78 ετών , έγιναν μαγνητικές τομογραφίες για τη μέτρηση του όγκου του εγκεφάλου τους .
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι τα άτομα με τα υψηλότερα επίπεδα  ω-3 λιπαρών οξέων είχαν μεγαλύτερο συνολικό όγκο εγκεφάλου οκτώ χρόνια αργότερα . Εκείνοι με διπλάσια επίπεδα λιπαρών οξέων ( 7,5 % έναντι 3,4 % ) είχαν 0,7 % μεγαλύτερο όγκο εγκεφάλου.

“Αυτά τα υψηλότερα επίπεδα των λιπαρών οξέων μπορεί να επιτευχθούν μέσω της διατροφής και της χρήσης των συμπληρωμάτων, και τα αποτελέσματα δείχνουν ότι η επίδραση επί του όγκου του εγκεφάλου είναι  ισοδύναμη με καθυστέρηση της φυσιολογικής απώλειας των κυττάρων του εγκεφάλου που έρχεται με τη γήρανση κατά ένα με  δύο χρόνια, ” δήλωσε ο συγγραφέας της μελέτης James V. Pottala , του Πανεπιστημίου της Νότιας Ντακότα του Sioux Falls and Health Diagnostic Laboratory Inc., in Richmond, Va.

Εκείνοι με τα υψηλότερα επίπεδα ω-3 λιπαρών οξέων είχαν επίσης 2,7 % μεγαλύτερο όγκο στην περιοχή του ιππόκαμπου του εγκεφάλου, η οποία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη μνήμη . Στη νόσο του Alzheimer , η περιοχή αυτή αρχίζει να ατροφεί, ακόμη και πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα .

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΕΠΙΚΑΙΡΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΣΤΟ www.logodiatrofis.gr